Mr. Yellow
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που γιορτάζουν –και έχουν καθιερώσει ως ημέρες αργίας– τις ημέρες λήξης των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, η Ελλάδα έχει καθιερώσει ως εθνική εορτή αποκλειστικά την είσοδο στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την έναρξη δηλαδή του Ελληνοϊταλικού πολέμου. «Ολες οι µεγάλες εθνικές επέτειοι στην Ελλάδα συνδέονται µε την έναρξη και όχι µε το αποτέλεσµα ενός αγώνα, µε την ικανότητα δηλαδή του έθνους να εξεγείρεται απέναντι στη σκλαβιά (25η Μαρτίου) ή τον φασισµό (28η Οκτωβρίου)», είπε η Χριστίνα Κουλούρη, καθηγήτρια Νεώτερης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. «Και η ξεχασµένη επέτειος της 3ης Σεπτεµβρίου, που γιορταζόταν από το 1844 µέχρι το 1862, συνδεόταν µε την εξέγερση για το Σύνταγµα και όχι µε την ψήφισή του. Ακόµη και η 17η Νοέµβρη παραπέµπει σε αντίσταση και εξέγερση και όχι στην πτώση της χούντας», είπε.
Στην Ελλάδα, ένας από τους λόγους που αυτοί οι Πόλεμοι της μνήμης (βλ. Χάγκεν Φλάισερ:Οι Πόλεμοι της Μνήμης.Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στη δημόσια ιστορία. Αθήνα: Νεφέλη, 3η εκδ. 2009) συνεχίζονται, είναι επειδή το νικηφόρο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έφερε νέα δεινά για τον τόπο- την εμφύλια σύγκρουση που εξακολουθεί να προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις. Κατά συνέπεια ζούμε στη μοναδική χώρα που γιορτάζει την εμπλοκή της στον Πόλεμο, ενώ σπανίως συνεορτάζει τη- νικηφόρα για το Συμμαχικό στρατόπεδο- λήξη του.
«Πρέπει να εξετάσουµε την ιστορικότητα της επετείου και πώς αυτή εγκαθιδρύθηκε», λέει ο ιστορικός (καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Αθηνών) Αντώνης Λιάκος. «Βασικό, κατά τη γνώµη µου, στοιχείο είναι ότι η 28η Οκτωβρίου άρχισε να γιορτάζεται πριν ακόµη τελειώσει ο πόλεµος. Ο πρώτος εορτασµός πραγµατοποιήθηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1941 στο Πανεπιστήµιο Αθηνών. Στο Κεντρικό Κτίριο και στον προαύλιο χώρο. Οι φοιτητές έβγαζαν λόγους, ενώ λόγο πατριωτικό έβγαλε και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος που αρνήθηκε να κάνει µάθηµα εκείνη τη µέρα και απολύθηκε από το Πανεπιστήµιο. Την επόµενη χρονιά πραγµατοποιήθηκε εορτασµός στην Πλατεία Συντάγµατος από τις οργανώσεις ΠΕΑΝ και ΕΠΟΝ». Οι διαδηλωτές φοβήθηκαν την αντίδραση των Ιταλών, οι οποίοι εν τέλει απέφυγαν να συγκρουστούν. Την ίδια µέρα έγιναν διαδηλώσεις και σε άλλες πόλεις. Στον Πειραιά µικρές µικρές οµάδες συγκεντρώνονταν, όπου κάποιοι ανέβαιναν σε µια καρέκλα, µιλούσαν δύο – τρία λεπτά και µετά διαλύονταν για τον φόβο των καραµπινιέρων.
Για το 1943 οι πληροφορίες είναι λίγες, λέει ο Αντώνης Λιάκος. Ο Ηλίας Βενέζης αναφέρει µόνο – ήταν υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα – ότι έγινε εορτασµός στο κτίριο της Εθνικής στην Πλατεία Κοτζιά, το οποίο όµως περικυκλώθηκε από τους Γερµανούς που είχαν πλέον αναλάβει την αστυνόµευση. Οι τελευταίοι υποχρέωσαν τους συµµετέχοντες στην εκδήλωση να µείνουν µε τα χέρια ψηλά µέχρι το βράδυ, ενώ έστειλαν είκοσι περίπου από αυτούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. ∆εν γύρισαν όλοι πίσω. Το 1944 πραγµατοποιήθηκε ο πρώτος επίσηµος εορτασµός µε παρέλαση παρόντος του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. «Η Πολιτεία επικύρωσε έναν εορτασµό που είχε καθιερωθεί από τα κάτω και είχε πραγµατοποιηθεί ήδη ανεπίσηµα τα προηγούµενα χρόνια», λέει ο κ. Λιάκος.
Ωστόσο σύμφωνα με την Χριστίνα Κουλούρη, το περιεχόμενο και η σημασία της επετείου δεν είναι ούτε τα ίδια για όλους ούτε σταθερά μέσα στον χρόνο. Τα γεγονότα που συνδέονται με την 28η Οκτωβρίου 1940 παρουσιάστηκαν και ερμηνεύτηκαν με διαφορετικούς τρόπους από τις επί μέρους πολιτικές και κοινωνικές ομάδες ενώ οι εκάστοτε εορτασμοί της επετείου εξυπηρέτησαν την επίσημη εκδοχή της ιστορίας. Οι αντίπαλες εκδοχές για πολλά χρόνια δεν έβρισκαν έκφραση στον δημόσιο λόγο.
Στην πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» στο φύλλο της 28ης Οκτωβρίου 1944 ο κεντρικός τίτλος «28 του Οχτώβρη» πλαισιώνεται από τις λέξεις «Εθνική Ανεξαρτησία», «Λαοκρατία» και «Αναγέννηση». Ηδη από το φύλλο της προηγούμενης ημέρας ανακοινωνόταν ότι «ο Λαός της Αθήνας ετοιμάζεται για την αυριανή αντιφασιστική μέρα». Το κεντρικό άρθρο της 28ης Οκτωβρίου 1944 διαχώριζε τη στάση του λαού, που «ήθελε να κάνει πόλεμο για την Ελλάδα», από τη στάση των κυβερνώντων, οι οποίοι «ήθελαν πόλεμο για το καθεστώς». Την επαύριο της απελευθέρωσης, λοιπόν, για τους έλληνες κομμουνιστές η επέτειος θύμιζε τη λαϊκή νίκη κατά του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου και κατά του γερμανικού φασισμού. Διαποτιζόταν εξάλλου από την ευφορία της νίκης και από την ελπίδα για μια Ελλάδα «ελεύθερη, ανεξάρτητη και ευτυχισμένη». Εξίσου αισιόδοξες, αν και με διαφορετικό όραμα για το μέλλον, ήταν και οι υπόλοιπες πολιτικοκοινωνικές ομάδες.
Οπως γνωρίζουμε, σε έναν μήνα περίπου το κλίμα αισιοδοξίας θα θαφτεί κάτω από την τέφρα ενός νέου πολέμου. Η λήξη του Εμφυλίου δεν θα αλλάξει τη ζοφερή εικόνα των βιωμάτων. Στον εορτασμό της επετείου το 1950 η εφημερίδα «Ακρόπολις» θεωρεί ότι ο κύκλος που ξεκίνησε πριν από δέκα χρόνια δεν έχει κλείσει. Η Ελλάδα καλείται να πει ένα νέο «Οχι», προς τη Δυστυχία αυτή τη φορά: «Οχι, δεν θα με νικήσης [...], δεν θα με παραδώσης εις τον Σλαύον ανάπηρην, παράλυτην. Θα νικήσω την Πείναν, διά να τελειώσω με τον θρίαμβον μιας Αναγεννήσεως, εκείνον που ήρχισα την 28ην Οκτωβρίου, επάνω εις την Πίνδον. Ετσι θα κλείσω, όπως πάντοτε, τον κύκλον του επικού αγώνος μου» (φ. 72707, 28.10.1950). Μέσα από το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας οι αξίες που προβάλλονται είναι η Δημοκρατία και η Ελευθερία. Οι εχθροί δεν είναι μόνο οι εισβολείς του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και η κομμουνιστική απειλή.
Η σημαία
Είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι μεταπολεμικά η έννοια της πατρίδας συνδεόταν στον επίσημο λόγο με την «εθνικοφροσύνη» αποκλείοντας όσους είχαν διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις. Αντίστοιχα, η υπεράσπιση της σημαίας εναπετίθετο σε όσους πρόσφεραν τα εχέγγυα της εθνικής «αυθεντικότητας». Στην περίπτωση εκείνη, οι «αυθεντικοί» Ελληνες δεν διακρίνονταν βάσει γλώσσας και καταγωγής αλλά βάσει μιας ασαφώς οριζόμενης εθνικής συνείδησης και νομιμοφροσύνης στην ιδέα της πατρίδας. Αντίθετα, στο λόγο της αριστεράς και μερίδας του φιλελεύθερου κόσμου η υπεράσπιση της πατρίδας συνδεόταν επίσης με τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Για όλους, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, η σημαία συμβόλιζε το «ανήκειν» στην ίδια εθνική κοινότητα. Εν τούτοις, οι αξίες που συνδέονταν με την πατρίδα, αλλά και ο ίδιος ο ορισμός της εν τέλει, διέφεραν ριζικά. Οι εθνικές επέτειοι συχνά δίχασαν αντί να ενώσουν.
Μεταπολεμικά λοιπόν η υπεράσπιση της σημαίας, εναποτίθετο μόνο σε όσους πρόσφεραν τα εχέγγυα της εθνικής “αυθεντικότητας”, η οποία ταυτιζόταν με την “εθνικοφροσύνη”. Οι παρελάσεις, μια επινόηση του Φρειδερίκου της Πρωσίας όταν ήταν υπό διαμόρφωση τα εθνικά κράτη, αποθεώθηκε στη χιτλερική Γερμανία και καθιερώθηκε στην Ελλάδα επί Μεταξά όντας το εθνικό πρόταγμα της δικτατορίας του. Την παλιά τους «αίγλη» αναστήλωσε το 1967 η δικτατορία του Παπαδόπουλου ως επιβεβαίωση “εθνικοφροσύνης”.
Ο συμβολισμός του εορτασμού
Ως τη μεταπολίτευση ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου θα διατηρήσει κάποια σταθερά χαρακτηριστικά: α) θα συνδυάζεται με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, β) με αυτόν τον τρόπο θα εντάσσεται σε μια ιστορική συνέχεια «ένδοξων» στιγμών όπου οι πρωταγωνιστές θα είναι κυρίως η «ελληνική φυλή» (όχι ο «λαός») και οι «ηγέτες», γ) ως κεντρική ηρωική φυσιογνωμία θα προβάλλεται ο βασιλιάς (ο Κωνσταντίνος Α´ και ο Γεώργιος Β´), δ) ως βασικό σύμβολο της επετείου θα καθιερωθεί το «Οχι», ε) εκτός από τις συνήθεις τελετές, ο εορτασμός θα συνοδεύεται και από αθλητικούς αγώνες (ποδοσφαίρου, ιστιοπλοΐας, ιππικούς κ.ά.) όπου θα απονέμονται «Κύπελλα του Οχι». Στις εφημερίδες τα σχετικά δημοσιεύματα θα αραιώσουν σταδιακά και θα περιοριστούν σε στερεότυπες αναφορές στον «λαμπρό εορτασμό» και σε φωτογραφίες από την παρέλαση.
Το κλίμα αλλάζει το 1974. Η επέτειος εκείνης της χρονιάς θεωρείται ο «πρώτος ελεύθερος εορτασμός [...] του ΟΧΙ, που για τους Ελληνες συμβολίζει τώρα και το ΟΧΙ τους στη δικτατορία της 21ης Απριλίου, το μεγάλο ΟΧΙ της ενεργητικής και της παθητικής αντιστάσεως που οδήγησε το δικτατορικό καθεστώς σε κατάρρευση» («Καθημερινή», φ. 16797, 27.10.1974). Η επέτειος θα αποκτήσει ένα νέο νόημα αλλά και ένα νέο τυπικό. Από την επόμενη χρονιά στις σχετικές εκδηλώσεις θα πρωτοστατήσουν οι φοιτητές όχι μόνο με ομιλίες και συνθήματα όπως «Το ΟΧΙ του ’40 το είπε μόνο ο λαός» αλλά και με πλήρη αλλαγή της διαδικασίας: ποιήματα του Ρίτσου, οι ύμνοι του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, τραγούδια της Αντίστασης, μουσική του Θεοδωράκη θα επενδύουν πλέον τις εορταστικές εκδηλώσεις σε σχολεία και πανεπιστήμια. Μια καινούργια εφημερίδα, η «Ελευθεροτυπία», προσδιορίζει και την αλλαγή στο ιδεολογικό περιεχόμενο της επετείου: ο «Μεγάλος Αντιφασιστικός Πόλεμος» κράτησε στην Ελλάδα εννέα χρόνια και «ήταν μια γενναία και επική τιτανομαχία εναντίον του ξένου και του ντόπιου φασισμού» (φ. 84, 27.10.1975).
Δύο διαφορετικές ερμηνείες
Το «άλλο πνεύμα» στον εορτασμό της επετείου ανιχνεύεται και στα αναγνωστικά μετά την άνοδο του ΠαΣοΚ στην εξουσία. Εδώ οι περιγραφές του σημαιοστολισμένου σχολείου, της λειτουργίας στην Εκκλησία και του λόγου του δασκάλου δίνουν τώρα τη θέση τους στην πρωτοβουλία των μαθητών που οργανώνουν μόνοι τους τη γιορτή, όπου η κεντρική ομιλία εκφωνείται όχι από τον δάσκαλο αλλά από τον «πρόεδρο της τάξης». Τότε για πρώτη φορά εξάλλου εμφανίζεται σε σχολικά βιβλία ο όρος «Εθνική Αντίσταση».
Μέσα στη δεκαετία του ’80 ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου προσφέρει την αφορμή για εκτενείς υπομνήσεις της εθνικής ενότητας και της στενής συνεργασίας «Στρατού και Λαού» για την οικοδόμηση του μέλλοντος. Οσο η Δημοκρατία νιώθει ανασφαλής τόσο η εθνική επέτειος προσφέρεται για συμβολικές χρήσεις. Με την πάροδο του χρόνου όμως και την παγίωση της πολιτικής ομαλότητας ο εορτασμός της επετείου μοιάζει «άχρηστος». Εξαφανίζεται από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και η περιγραφή της δεν διαφέρει από εκείνη των κοινωνικών εκδηλώσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τίτλος του σχετικού άρθρου της εφημερίδας «Τα Νέα» στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν «Συντομεύτηκε λόγω κρύου η παρέλαση κατόπιν επιθυμίας Καραμανλή» (29.10.1991, σ. 40). Ολο και πιο συχνά οι αναφορές στην 28η Οκτωβρίου γίνονται σχεδόν συνθηματικές. Το «Οχι» ή το «Αέρα» ανευρίσκονται πλέον σε γελοιογραφίες και όχι σε κείμενα ιστορίας, μνήμης ή πολιτικής. Παρ’ όλα αυτά, ίσως επειδή η ενασχόληση με τον Εμφύλιο δεν έχει λήξει ούτε σε επιστημονικό ούτε σε πολιτικό επίπεδο, συνυπάρχουν ακόμη συχνά συγκεχυμένες οι δύο διαφορετικές ερμηνείες: εκείνη της 28ης Οκτωβρίου με πρωταγωνιστή το Εθνος και εκείνη της 28 του Οχτώβρη με πρωταγωνιστή τον Λαό
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που γιορτάζουν –και έχουν καθιερώσει ως ημέρες αργίας– τις ημέρες λήξης των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, η Ελλάδα έχει καθιερώσει ως εθνική εορτή αποκλειστικά την είσοδο στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την έναρξη δηλαδή του Ελληνοϊταλικού πολέμου. «Ολες οι µεγάλες εθνικές επέτειοι στην Ελλάδα συνδέονται µε την έναρξη και όχι µε το αποτέλεσµα ενός αγώνα, µε την ικανότητα δηλαδή του έθνους να εξεγείρεται απέναντι στη σκλαβιά (25η Μαρτίου) ή τον φασισµό (28η Οκτωβρίου)», είπε η Χριστίνα Κουλούρη, καθηγήτρια Νεώτερης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. «Και η ξεχασµένη επέτειος της 3ης Σεπτεµβρίου, που γιορταζόταν από το 1844 µέχρι το 1862, συνδεόταν µε την εξέγερση για το Σύνταγµα και όχι µε την ψήφισή του. Ακόµη και η 17η Νοέµβρη παραπέµπει σε αντίσταση και εξέγερση και όχι στην πτώση της χούντας», είπε.
Στην Ελλάδα, ένας από τους λόγους που αυτοί οι Πόλεμοι της μνήμης (βλ. Χάγκεν Φλάισερ:Οι Πόλεμοι της Μνήμης.Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στη δημόσια ιστορία. Αθήνα: Νεφέλη, 3η εκδ. 2009) συνεχίζονται, είναι επειδή το νικηφόρο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έφερε νέα δεινά για τον τόπο- την εμφύλια σύγκρουση που εξακολουθεί να προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις. Κατά συνέπεια ζούμε στη μοναδική χώρα που γιορτάζει την εμπλοκή της στον Πόλεμο, ενώ σπανίως συνεορτάζει τη- νικηφόρα για το Συμμαχικό στρατόπεδο- λήξη του.
«Πρέπει να εξετάσουµε την ιστορικότητα της επετείου και πώς αυτή εγκαθιδρύθηκε», λέει ο ιστορικός (καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Αθηνών) Αντώνης Λιάκος. «Βασικό, κατά τη γνώµη µου, στοιχείο είναι ότι η 28η Οκτωβρίου άρχισε να γιορτάζεται πριν ακόµη τελειώσει ο πόλεµος. Ο πρώτος εορτασµός πραγµατοποιήθηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1941 στο Πανεπιστήµιο Αθηνών. Στο Κεντρικό Κτίριο και στον προαύλιο χώρο. Οι φοιτητές έβγαζαν λόγους, ενώ λόγο πατριωτικό έβγαλε και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος που αρνήθηκε να κάνει µάθηµα εκείνη τη µέρα και απολύθηκε από το Πανεπιστήµιο. Την επόµενη χρονιά πραγµατοποιήθηκε εορτασµός στην Πλατεία Συντάγµατος από τις οργανώσεις ΠΕΑΝ και ΕΠΟΝ». Οι διαδηλωτές φοβήθηκαν την αντίδραση των Ιταλών, οι οποίοι εν τέλει απέφυγαν να συγκρουστούν. Την ίδια µέρα έγιναν διαδηλώσεις και σε άλλες πόλεις. Στον Πειραιά µικρές µικρές οµάδες συγκεντρώνονταν, όπου κάποιοι ανέβαιναν σε µια καρέκλα, µιλούσαν δύο – τρία λεπτά και µετά διαλύονταν για τον φόβο των καραµπινιέρων.
Για το 1943 οι πληροφορίες είναι λίγες, λέει ο Αντώνης Λιάκος. Ο Ηλίας Βενέζης αναφέρει µόνο – ήταν υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα – ότι έγινε εορτασµός στο κτίριο της Εθνικής στην Πλατεία Κοτζιά, το οποίο όµως περικυκλώθηκε από τους Γερµανούς που είχαν πλέον αναλάβει την αστυνόµευση. Οι τελευταίοι υποχρέωσαν τους συµµετέχοντες στην εκδήλωση να µείνουν µε τα χέρια ψηλά µέχρι το βράδυ, ενώ έστειλαν είκοσι περίπου από αυτούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. ∆εν γύρισαν όλοι πίσω. Το 1944 πραγµατοποιήθηκε ο πρώτος επίσηµος εορτασµός µε παρέλαση παρόντος του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. «Η Πολιτεία επικύρωσε έναν εορτασµό που είχε καθιερωθεί από τα κάτω και είχε πραγµατοποιηθεί ήδη ανεπίσηµα τα προηγούµενα χρόνια», λέει ο κ. Λιάκος.
Ωστόσο σύμφωνα με την Χριστίνα Κουλούρη, το περιεχόμενο και η σημασία της επετείου δεν είναι ούτε τα ίδια για όλους ούτε σταθερά μέσα στον χρόνο. Τα γεγονότα που συνδέονται με την 28η Οκτωβρίου 1940 παρουσιάστηκαν και ερμηνεύτηκαν με διαφορετικούς τρόπους από τις επί μέρους πολιτικές και κοινωνικές ομάδες ενώ οι εκάστοτε εορτασμοί της επετείου εξυπηρέτησαν την επίσημη εκδοχή της ιστορίας. Οι αντίπαλες εκδοχές για πολλά χρόνια δεν έβρισκαν έκφραση στον δημόσιο λόγο.
Στην πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» στο φύλλο της 28ης Οκτωβρίου 1944 ο κεντρικός τίτλος «28 του Οχτώβρη» πλαισιώνεται από τις λέξεις «Εθνική Ανεξαρτησία», «Λαοκρατία» και «Αναγέννηση». Ηδη από το φύλλο της προηγούμενης ημέρας ανακοινωνόταν ότι «ο Λαός της Αθήνας ετοιμάζεται για την αυριανή αντιφασιστική μέρα». Το κεντρικό άρθρο της 28ης Οκτωβρίου 1944 διαχώριζε τη στάση του λαού, που «ήθελε να κάνει πόλεμο για την Ελλάδα», από τη στάση των κυβερνώντων, οι οποίοι «ήθελαν πόλεμο για το καθεστώς». Την επαύριο της απελευθέρωσης, λοιπόν, για τους έλληνες κομμουνιστές η επέτειος θύμιζε τη λαϊκή νίκη κατά του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου και κατά του γερμανικού φασισμού. Διαποτιζόταν εξάλλου από την ευφορία της νίκης και από την ελπίδα για μια Ελλάδα «ελεύθερη, ανεξάρτητη και ευτυχισμένη». Εξίσου αισιόδοξες, αν και με διαφορετικό όραμα για το μέλλον, ήταν και οι υπόλοιπες πολιτικοκοινωνικές ομάδες.
Οπως γνωρίζουμε, σε έναν μήνα περίπου το κλίμα αισιοδοξίας θα θαφτεί κάτω από την τέφρα ενός νέου πολέμου. Η λήξη του Εμφυλίου δεν θα αλλάξει τη ζοφερή εικόνα των βιωμάτων. Στον εορτασμό της επετείου το 1950 η εφημερίδα «Ακρόπολις» θεωρεί ότι ο κύκλος που ξεκίνησε πριν από δέκα χρόνια δεν έχει κλείσει. Η Ελλάδα καλείται να πει ένα νέο «Οχι», προς τη Δυστυχία αυτή τη φορά: «Οχι, δεν θα με νικήσης [...], δεν θα με παραδώσης εις τον Σλαύον ανάπηρην, παράλυτην. Θα νικήσω την Πείναν, διά να τελειώσω με τον θρίαμβον μιας Αναγεννήσεως, εκείνον που ήρχισα την 28ην Οκτωβρίου, επάνω εις την Πίνδον. Ετσι θα κλείσω, όπως πάντοτε, τον κύκλον του επικού αγώνος μου» (φ. 72707, 28.10.1950). Μέσα από το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας οι αξίες που προβάλλονται είναι η Δημοκρατία και η Ελευθερία. Οι εχθροί δεν είναι μόνο οι εισβολείς του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και η κομμουνιστική απειλή.
Η σημαία
Είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι μεταπολεμικά η έννοια της πατρίδας συνδεόταν στον επίσημο λόγο με την «εθνικοφροσύνη» αποκλείοντας όσους είχαν διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις. Αντίστοιχα, η υπεράσπιση της σημαίας εναπετίθετο σε όσους πρόσφεραν τα εχέγγυα της εθνικής «αυθεντικότητας». Στην περίπτωση εκείνη, οι «αυθεντικοί» Ελληνες δεν διακρίνονταν βάσει γλώσσας και καταγωγής αλλά βάσει μιας ασαφώς οριζόμενης εθνικής συνείδησης και νομιμοφροσύνης στην ιδέα της πατρίδας. Αντίθετα, στο λόγο της αριστεράς και μερίδας του φιλελεύθερου κόσμου η υπεράσπιση της πατρίδας συνδεόταν επίσης με τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Για όλους, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, η σημαία συμβόλιζε το «ανήκειν» στην ίδια εθνική κοινότητα. Εν τούτοις, οι αξίες που συνδέονταν με την πατρίδα, αλλά και ο ίδιος ο ορισμός της εν τέλει, διέφεραν ριζικά. Οι εθνικές επέτειοι συχνά δίχασαν αντί να ενώσουν.
Μεταπολεμικά λοιπόν η υπεράσπιση της σημαίας, εναποτίθετο μόνο σε όσους πρόσφεραν τα εχέγγυα της εθνικής “αυθεντικότητας”, η οποία ταυτιζόταν με την “εθνικοφροσύνη”. Οι παρελάσεις, μια επινόηση του Φρειδερίκου της Πρωσίας όταν ήταν υπό διαμόρφωση τα εθνικά κράτη, αποθεώθηκε στη χιτλερική Γερμανία και καθιερώθηκε στην Ελλάδα επί Μεταξά όντας το εθνικό πρόταγμα της δικτατορίας του. Την παλιά τους «αίγλη» αναστήλωσε το 1967 η δικτατορία του Παπαδόπουλου ως επιβεβαίωση “εθνικοφροσύνης”.
Ο συμβολισμός του εορτασμού
Ως τη μεταπολίτευση ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου θα διατηρήσει κάποια σταθερά χαρακτηριστικά: α) θα συνδυάζεται με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, β) με αυτόν τον τρόπο θα εντάσσεται σε μια ιστορική συνέχεια «ένδοξων» στιγμών όπου οι πρωταγωνιστές θα είναι κυρίως η «ελληνική φυλή» (όχι ο «λαός») και οι «ηγέτες», γ) ως κεντρική ηρωική φυσιογνωμία θα προβάλλεται ο βασιλιάς (ο Κωνσταντίνος Α´ και ο Γεώργιος Β´), δ) ως βασικό σύμβολο της επετείου θα καθιερωθεί το «Οχι», ε) εκτός από τις συνήθεις τελετές, ο εορτασμός θα συνοδεύεται και από αθλητικούς αγώνες (ποδοσφαίρου, ιστιοπλοΐας, ιππικούς κ.ά.) όπου θα απονέμονται «Κύπελλα του Οχι». Στις εφημερίδες τα σχετικά δημοσιεύματα θα αραιώσουν σταδιακά και θα περιοριστούν σε στερεότυπες αναφορές στον «λαμπρό εορτασμό» και σε φωτογραφίες από την παρέλαση.
Το κλίμα αλλάζει το 1974. Η επέτειος εκείνης της χρονιάς θεωρείται ο «πρώτος ελεύθερος εορτασμός [...] του ΟΧΙ, που για τους Ελληνες συμβολίζει τώρα και το ΟΧΙ τους στη δικτατορία της 21ης Απριλίου, το μεγάλο ΟΧΙ της ενεργητικής και της παθητικής αντιστάσεως που οδήγησε το δικτατορικό καθεστώς σε κατάρρευση» («Καθημερινή», φ. 16797, 27.10.1974). Η επέτειος θα αποκτήσει ένα νέο νόημα αλλά και ένα νέο τυπικό. Από την επόμενη χρονιά στις σχετικές εκδηλώσεις θα πρωτοστατήσουν οι φοιτητές όχι μόνο με ομιλίες και συνθήματα όπως «Το ΟΧΙ του ’40 το είπε μόνο ο λαός» αλλά και με πλήρη αλλαγή της διαδικασίας: ποιήματα του Ρίτσου, οι ύμνοι του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, τραγούδια της Αντίστασης, μουσική του Θεοδωράκη θα επενδύουν πλέον τις εορταστικές εκδηλώσεις σε σχολεία και πανεπιστήμια. Μια καινούργια εφημερίδα, η «Ελευθεροτυπία», προσδιορίζει και την αλλαγή στο ιδεολογικό περιεχόμενο της επετείου: ο «Μεγάλος Αντιφασιστικός Πόλεμος» κράτησε στην Ελλάδα εννέα χρόνια και «ήταν μια γενναία και επική τιτανομαχία εναντίον του ξένου και του ντόπιου φασισμού» (φ. 84, 27.10.1975).
Δύο διαφορετικές ερμηνείες
Το «άλλο πνεύμα» στον εορτασμό της επετείου ανιχνεύεται και στα αναγνωστικά μετά την άνοδο του ΠαΣοΚ στην εξουσία. Εδώ οι περιγραφές του σημαιοστολισμένου σχολείου, της λειτουργίας στην Εκκλησία και του λόγου του δασκάλου δίνουν τώρα τη θέση τους στην πρωτοβουλία των μαθητών που οργανώνουν μόνοι τους τη γιορτή, όπου η κεντρική ομιλία εκφωνείται όχι από τον δάσκαλο αλλά από τον «πρόεδρο της τάξης». Τότε για πρώτη φορά εξάλλου εμφανίζεται σε σχολικά βιβλία ο όρος «Εθνική Αντίσταση».
Μέσα στη δεκαετία του ’80 ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου προσφέρει την αφορμή για εκτενείς υπομνήσεις της εθνικής ενότητας και της στενής συνεργασίας «Στρατού και Λαού» για την οικοδόμηση του μέλλοντος. Οσο η Δημοκρατία νιώθει ανασφαλής τόσο η εθνική επέτειος προσφέρεται για συμβολικές χρήσεις. Με την πάροδο του χρόνου όμως και την παγίωση της πολιτικής ομαλότητας ο εορτασμός της επετείου μοιάζει «άχρηστος». Εξαφανίζεται από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και η περιγραφή της δεν διαφέρει από εκείνη των κοινωνικών εκδηλώσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τίτλος του σχετικού άρθρου της εφημερίδας «Τα Νέα» στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν «Συντομεύτηκε λόγω κρύου η παρέλαση κατόπιν επιθυμίας Καραμανλή» (29.10.1991, σ. 40). Ολο και πιο συχνά οι αναφορές στην 28η Οκτωβρίου γίνονται σχεδόν συνθηματικές. Το «Οχι» ή το «Αέρα» ανευρίσκονται πλέον σε γελοιογραφίες και όχι σε κείμενα ιστορίας, μνήμης ή πολιτικής. Παρ’ όλα αυτά, ίσως επειδή η ενασχόληση με τον Εμφύλιο δεν έχει λήξει ούτε σε επιστημονικό ούτε σε πολιτικό επίπεδο, συνυπάρχουν ακόμη συχνά συγκεχυμένες οι δύο διαφορετικές ερμηνείες: εκείνη της 28ης Οκτωβρίου με πρωταγωνιστή το Εθνος και εκείνη της 28 του Οχτώβρη με πρωταγωνιστή τον Λαό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου