Από Mr. Yellow

Η 1η Ιανουαρίου σαν αρχή του χρόνου επικράτησε να γιορτάζεται στη Ρώμη από το 48 π.Χ., την εποχή δηλαδή του Καίσαρα, και πήρε πολλά στοιχεία από τη ρωμαϊκή γιορτή Σατουρνάλια. Από τότε την 1η Ιανουαρίου δέχτηκαν σαν Πρωτοχρονιά όλοι οι λατινογενείς λαοί, καθώς και όλοι οι ρωμαιοκρατούμενοι λαοί.
Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία, της εποχής κυρίως του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επειδή ήθελε να χωρίσει τους Χριστιανούς από τους ειδωλολάτρες, απαγόρευε στους χριστιανούς να γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά όπως εκείνοι. Τα αποτελέσματα όμως της απαγόρευσης αυτής ήταν πολύ μικρά. Απαλείφθηκαν μόνο τα στοιχεία εκείνα που έρχονταν σε τέλεια αντίθεση προς τη χριστιανική ηθική.
Η Πρωτοχρονιά λοιπόν, όπως αυτή διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση της Εκκλησίας και τη σύνδεσή της με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου, διαιωνίστηκε μέχρι σήμερα σαν λαϊκή γιορτή. Τα σημαντικότερα έθιμα αυτής είναι τα ακόλουθα:
Η διανομή στα παιδιά δώρων, τα οποία οι νοικοκυρές παρασκευάζουν στα σπίτια. Αυτά κυρίως είναι γλυκίσματα, όπως κουραμπιέδες, μελομακάρονα κ.ά. Συντροφιές μικρών παιδιών από την παραμονή ψάλλουν τα κάλαντα στα σπίτια και στα μαγαζιά και μαζεύουν φιλοδωρήματα.
Πολλοί καλούν έναν που να έχει «καλό ποδαρικό» το πρωί της Πρωτοχρονιάς.
Επίσης δε δίνουν τίποτα έξω από το σπίτι, δε ρίχνουν νερό έξω από αυτό και δεν αναφέρουν ονόματα επιβλαβών ζώων, εντόμων κ.λπ.
Ο Άγιος Βασίλης είναι μία από τις φιγούρες που συναντούμε σε πολλούς πολιτισμούς με διάφορες παραλλαγές. Έτσι εμφανίζεται ιδιαίτερα στον Χριστιανικό κόσμο, στην Ευρώπη και στην Αμερική, ενώ παρόμοιες μορφές του εμφανίζονται και στην Ασία.
Ο Άγιος Βασίλης, είτε ονομάζεται έτσι από τους Έλληνες, είτε Saint Nicolas, από τους Γερμανούς, είτε Santa Claus από τους Αγγλοσάξονες, αναφέρεται στην ίδια μορφή του γέροντα που μοιράζει δώρα στα παιδιά το βράδυ των Χριστουγέννων ή της Πρωτοχρονιάς. Μπορεί να έρχεται από την Καισάρεια, ή τη Λαπωνία, ή από αλλού…Σήμερα έχει επικρατήσει με την εικόνα του γέροντα με τα μακριά γένια που φοράει άλλοτε κόκκινα κι άλλοτε πράσινα ρούχα και έρχεται από τα χιόνια πάνω σε έλκηθρο που το σέρνουν τάρανδοι. Η εικόνα αυτή πρωτοεμφανίζεται τον 19ο αιώνα στην Αγγλία και έχει επικρατήσει στον Δυτικό κόσμο. Έχει προηγηθεί το έθιμο της ανταλλαγής δώρων ήδη από τον 17ο αιώνα.
ΡΌΔΙ
Το ρόδι θεωρείται τυχερός καρπός και συνήθως τα σπιτικά κρεμάνε ένα ρόδι, από τις αρχές του Δεκέμβρη, έξω από την εξώπορτα ή στο μπαλκόνι τους τις σύγχρονες ημέρες που καλώς ή κακώς κατοικούμε σε πολυκατοικίες. Όταν αλλάξει η χρονιά, ο αρχηγός του σπιτιού ή ο νοικοκύρης αν το προτιμάτε, πετάει με δύναμη το ρόδι μπροστά στην πόρτα του σπιτιού. Το ρόδι φυσικά σπάει σε πολλά κομμάτια και οι ροδοκόκκινες ρόγες του σκορπίζουν στο πάτωμα. Όσο πιο πολλές ρόγες σκορπίσουν στο πάτωμα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η τύχη και η αφθονία του σπιτιού στον νέο χρόνο. Γενικότερα το ρόδι θεωρείται γούρικο φρούτο σύμφωνα με την παράδοση και τη λαογραφία μας.
Ένα ακόμα έθιμο που είναι αρκετά γνωστό, αφορά την πέτρα της Πρωτοχρονιάς. Όταν αλλάζει ο χρόνος, ο νοικοκύρης του σπιτιού φέρνει μια καλοσχηματισμένη πέτρα μέσα στο σπίτι. Το έθιμο θέλει το σπιτικό γερό και στερεωμένο σαν την πέτρα για την επόμενη χρονιά.
ΒΑΣΙΛΌΠΙΤΑ
Η πίτα που φτιάχνουμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και κόβεται παρουσία όλων των μελών της οικογένειας ή και άλλων συγγενών και φίλων έχει τις ρίζες της στα αρχαία ελληνορωμαϊκά έθιμα. Στα Κρόνια (εορτή του θεού Κ(Χ)Κρόνου, που λατρευόταν στην Ελλάδα) και στα Σατουρνάλια (saturnalia) της Ρώμης έφτιαχναν γλυκά και πίτες, μέσα στα οποία έβαζαν νομίσματα και σε όποιον τύχαινε το κομμάτι ήταν ο τυχερός της παρέας. Η ορθόδοξη παράδοση συνέδεσε το έθιμο με τη βασιλόπιτα και την ιστορία του Άγιου Βασιλείου, ο οποίος για να προστατεύσει την περιφέρειά του, την Καισάρεια της Καππαδοκίας, από επιδρομή αλλοφύλων, έκανε έρανο και μάζεψε χρυσά νομίσματα και άλλα τιμαλφή για να τα δώσει στους εχθρούς, ώστε να τους δελεάσει και να μη λεηλατήσουν την περιοχή του. Ο εχθρός, όμως, τελικά δεν κατόρθωσε να εισβάλει στην Καισάρεια και τα τιμαλφή έμειναν. Τότε, ο Μέγας Βασίλειος είπε να φτιάξουν μικρές πίτες - ψωμάκια, μέσα στις οποίες έβαζαν και ένα χρυσό νόμισμα, ή κάτι άλλο από όλα τα πολύτιμα πράγματα, που είχαν συγκεντρωθεί. Οι πίτες αυτές μοιράστηκαν σε όλους και ο καθένας κρατούσε ό,τι του τύχαινε.
Το έθιμο της βασιλόπιτας είναι πανελλαδικό και η καταγωγή της έχει ρίζες στην αρχαιότητα. Εορταστικούς άρτους για καλοτυχία παρασκευάζονταν κατά τη διάρκεια αρχαίων γιορτών. Επίσης, είναι γνωστές οι εξευμενιστικές προσφορές προς τους νεκρούς και τα πνεύματα.
Βασιλόπιτα παρασκευαζόταν σε όλη τη χώρα, με παραλλαγές. Στη Θεσσαλία, για παράδειγμα, έφτιαχναν πίτα με φύλλα. Μέσα έβαζαν λίγο κλήμα, τριφύλλι, καλαμπόκι, φασόλι, άχυρο.
«Κάθε κομμάτι είχε και από κάτι και αυτό που τύχαινε στον καθένα σήμαινε ότι θα έπρεπε να τον απασχολήσει ως καλλιέργεια το επόμενο έτος ή απλά ότι θα πήγαινε καλά η συγκεκριμένη σοδειά τη χρονιά αυτή», σημειώνει ο κ. Ευάγγελος Καραμανές, ερευνητής του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Και συνεχίζει: «Στη Μικρά Ασία, όπου το πλαίσιο ήταν πιο αστικό, συνηθιζόταν το γλύκισμα ή το γλυκό ψωμί ζυμωμένο με διάφορα ζυμαρικά. Στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία, όπου ο πληθυσμός ήταν πιο αγροτικός, έφτιαχναν τυρόπιτα ή κρεατόπιτα. Η πίτα ήταν το πιο συνηθισμένο φαγητό για τους ανθρώπους της περιοχής. Απλώς, στις γιορτές ήταν πιο πλούσιο γιατί έβαζαν μέσα κρέας κότας».
Με το κόψιμο της πίτας το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς, συνήθως από τον μεγαλύτερο της οικογένειας, η παράδοση της βασιλόπιτας ολοκληρωνόταν. Σήμερα συνεχίζει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού μας, ενώ η τελετή κοπή της μπορεί να συνεχιστεί καθ' όλη τη διάρκεια των πρώτων μηνών του χρόνου από σωματεία, ιδρύματα και οργανισμούς.
Το έθιμο της βασιλόπιτας είναι πανελλαδικό και η καταγωγή της έχει ρίζες στην αρχαιότητα. Εορταστικούς άρτους για καλοτυχία παρασκευάζονταν κατά τη διάρκεια αρχαίων γιορτών. Επίσης, είναι γνωστές οι εξευμενιστικές προσφορές προς τους νεκρούς και τα πνεύματα.
Βασιλόπιτα παρασκευαζόταν σε όλη τη χώρα, με παραλλαγές. Στη Θεσσαλία, για παράδειγμα, έφτιαχναν πίτα με φύλλα. Μέσα έβαζαν λίγο κλήμα, τριφύλλι, καλαμπόκι, φασόλι, άχυρο.
«Κάθε κομμάτι είχε και από κάτι και αυτό που τύχαινε στον καθένα σήμαινε ότι θα έπρεπε να τον απασχολήσει ως καλλιέργεια το επόμενο έτος ή απλά ότι θα πήγαινε καλά η συγκεκριμένη σοδειά τη χρονιά αυτή», σημειώνει ο κ. Ευάγγελος Καραμανές, ερευνητής του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Και συνεχίζει: «Στη Μικρά Ασία, όπου το πλαίσιο ήταν πιο αστικό, συνηθιζόταν το γλύκισμα ή το γλυκό ψωμί ζυμωμένο με διάφορα ζυμαρικά. Στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία, όπου ο πληθυσμός ήταν πιο αγροτικός, έφτιαχναν τυρόπιτα ή κρεατόπιτα. Η πίτα ήταν το πιο συνηθισμένο φαγητό για τους ανθρώπους της περιοχής. Απλώς, στις γιορτές ήταν πιο πλούσιο γιατί έβαζαν μέσα κρέας κότας».
Με το κόψιμο της πίτας το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς, συνήθως από τον μεγαλύτερο της οικογένειας, η παράδοση της βασιλόπιτας ολοκληρωνόταν. Σήμερα συνεχίζει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού μας, ενώ η τελετή κοπή της μπορεί να συνεχιστεί καθ' όλη τη διάρκεια των πρώτων μηνών του χρόνου από σωματεία, ιδρύματα και οργανισμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου